τηρητικός

τηρητικός
τηρ-ητικός, ή, όν,
A observant, Str.3.5.8;

ἀκολουθία S.E.M.8.288

, cf. Anon.Lond.36.49; τ. αἵρεσις, τ. ἄνδρες, = ἐμπειρική ([etym.] -κοί), Gal. Sect.Intr.1.
2 [voice] Pass., needing to be observed, D.L.9.108. Adv. -κῶς by observation, S.E.M.5.70.
3 retaining,

βωμὸς τ. θυσιῶν Ph.2.151

; preservative, Ar.Did.Epit.33;

τοῦ ὑγιαίνειν Sor.1.42

;

φύσεων Theol.Ar.5

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τηρητικός — observant masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικός — ή, όν, Α [τηρῶ (Ι)] 1. παρατηρητικός («τηρητικοὶ ὄντες τὰ μὲν συμβαίνοντα οὐκ εἶδον», Στράβ.) 2. (φιλοσ.) ο σχετικός με την εμπειρική σχολή («τηρητικοὶ ἄνδρες» οι εμπειρικοί, Γαλ.) 3. αυτός που συντηρεί, που διατηρεί («βωμὸς τηρητικὸς θυσιῶν»,… …   Dictionary of Greek

  • τηρητικά — τηρητικός observant neut nom/voc/acc pl τηρητικά̱ , τηρητικός observant fem nom/voc/acc dual τηρητικά̱ , τηρητικός observant fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικῶν — τηρητικός observant fem gen pl τηρητικός observant masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικόν — τηρητικός observant masc acc sg τηρητικός observant neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικαί — τηρητικός observant fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικοῖς — τηρητικός observant masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικοί — τηρητικός observant masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικούς — τηρητικός observant masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητική — τηρητικός observant fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τηρητικήν — τηρητικός observant fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”